Το κορόμηλο είναι ένα είδος δαμάσκηνου. Το όνομά του ίσως είναι παραφθορά της λέξης καρυόμηλο (κάρυο = μικρός καρπός με σκληρό περίβλημα). Όμως ανάλογα με το χρώμα του και το μέρος της Ελλάδας όπου φυτρώνει, παίρνει και διαφορετικό όνομα (τζάνερο, κούμπουλο, κ.ά.), όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας του βιβλίου «Οπωροφόρες Λέξεις» Νίκος Σαραντάκος.
Με σχήμα σφαιρικό, λεπτή φλούδα και εύθραυστη ομορφιά σε αποχρώσεις του πράσινου, του κίτρινου ή του κόκκινου κρύβει μια γλυκόξινη χυμώδη σάρκα. Μπορεί να είναι μικρό, αλλά διεκδικεί με καμάρι – ανάμεσα σε άλλα περισσότερο γνωστά καλοκαιρινά φρούτα – τις θρεπτικές και γευστικές δάφνες που του αξίζουν. Επειδή η οικογένεια των δαμάσκηνων είναι πολυμελής, συχνά συγχέεται με άλλα αδέλφια του, όπως οι βανίλιες. Το πιο γλυκό από όλα τα είδη έχει χρυσαφένιο χρώμα και καλλιεργείται στη Γαλλία. Αποκαλείται mirabelle (μιράμπελο) και γίνεται φρουτένια λιχουδιά (μαρμελάδα, κομπόστα, λικέρ, τάρτα).
Η ανθεκτική κορομηλιά ανήκει στην ίδια βοτανική υποοικογένεια με τη βερικοκιά, τη δαμασκηνιά και τη ροδακινιά και μπορεί να φυτευτεί ακόμα και σε γλάστρα. Οι καρποί των συγκεκριμένων οπορωφόρων έχουν όμοιες θρεπτικές και θεραπευτικές ιδιότητες: Θεωρούνται αποτοξινωτικές και αντιγηραντικές τροφές και ξεχωρίζουν για τις μεγάλες ποσότητες βιταμίνης Α και C που περιέχουν, όπως επίσης για την ευεργετική δράση τους κατά της αρθρίτιδας και άλλων εκφυλιστικών παθήσεων. Επιπλέον οι άφθονες φυτικές ίνες τους ξορκίζουν τη δυσκοιλιότητα (πίνοντας παράλληλα άφθονο νερό). Κοινό συστατικό τους είναι και το νικοτινικό οξύ (αλλιώς νιασίνη ή Β3), μια βιταμίνη που βοηθά στην απελευθέρωση ενέργειας από την τροφή.
Τα κορόμηλα βρίσκονται πολύ ψηλά στη λίστα των αντιοξειδωτικών τροφών και εκτός των άλλων προστατεύουν την καλή λειτουργία το εγκεφάλου, της καρδιάς, του νευρικού συστήματος και των ματιών, ενώ δρουν κατά της υπερτροφίας του προστάτη.